Πριν από τριάντα (30) χρόνια παρουσίασα μια εργασία σε ένα συνέδριο για την Οστεοπόρωση στην Ιερουσαλήμ με τίτλο «Το παράδοξο της μη αναστρέψιμης απώλειας οστικής πυκνότητας που σχετίζει την οστική αναδόμηση και την ηλικία». Λέγοντας «μη αναστρέψιμη απώλεια» εννοούσα πως, από τη στιγμή που η οστική πυκνότητα εξασθενεί, δεν μπορούν να γίνουν και πολλά για την αναστροφή της εξασθένισης αυτής.
Ίσως ο όρος «γρίφος» να ήταν πιο σωστός από τον όρο «παράδοξο». Από την εμπειρία μας σε παρόμοιες καταστάσεις, έπρεπε να περιμένουμε ότι η οστική εξασθένιση θα μπορούσε κάποτε να αναστραφεί. Τα υποκείμενα δεδομένα δείχνουν ότι η οστική απώλεια εμφανίζεται κατά την μετά-εμμηνοπαυσιακή περίοδο καθώς τα επίπεδα των οιστρογόνων πέφτουν.
Η θεραπεία με οιστρογόνα κατά την εμμηνόπαυση αποτρέπει αυτή την απώλεια, δείχνοντας ξεκάθαρα ότι η έλλειψη οιστρογόνων είναι υπεύθυνη. Παρομοίως, η σοβαρή έλλειψη ασβεστίου οδηγεί επίσης στην απώλεια οστικής πυκνότητας και επομένως η διατήρηση υψηλού επιπέδου ασβεστίου επιβραδύνει τη συγκεκριμένη απώλεια και, κάποιες φορές, την αποτρέπει.
Είναι, επίσης, γενικώς αποδεκτό ότι η χαμηλή πρόσληψη ασβεστίου σε συνδυασμό με την χαμηλή στάθμη οιστρογόνων είναι συνήθεις συνθήκες για τις γυναίκες κατά τα χρόνια μετά την εμμηνόπαυση. Αυτοί οι παράγοντες είναι βασικοί σε σχέση με την απώλεια οστών στο πέρασμα των χρόνων.
Οιστρογόνα – ασβέστιο: λειτουργικός συνδυασμός;
Ωστόσο, ούτε τα οιστρογόνα, ούτε το ασβέστιο, ούτε ο συνδυασμός των δύο δεν μπορούν να αποκαταστήσουν πλήρως την οστική πυκνότητα που χάνεται. Αυτή η διαπίστωση έμοιαζε με γρίφο γιατί σε πολλές άλλες παρόμοιες περιστάσεις άλλων ορμονικών και διατροφικών διαταραχών, η αναπλήρωση των χαμένων ορμονών και θρεπτικών στοιχείων συνήθως έχει ως αποτέλεσμα την σωματική επαναφορά στην πρότερη κατάσταση.
Παραδείγματα: ο υποθυρεοειδισμός, που ανταποκρίνεται στην αναπλήρωση της θυρορμόνης και η σιδηροπενική αναιμία που αναστρέφεται με την αναπλήρωση του χαμένου σιδήρου.
Οι επεξηγήσεις που έδωσα για τη φαινομενική αυτή μη αναστρέψιμη κατάσταση ήταν δύο ειδών: 1) η οστική αναδόμηση των οστών απαιτεί άσκηση με βάρη ή άσκηση πρόσκρουσης, αλλά η φυσική ικανότητα μειώνεται με την ηλικία. Οπότε έλειπε μια βασική συνθήκη για την αναδόμηση. 2) μεγάλο μέρος της απώλειας των οστών ενέχει χαρακτήρα οστικού ιστού, δηλαδή, τη σπογγώδη δικτυωτή ανάπτυξη στο κέντρο του οστού, όπως στους σπονδύλους της σπονδυλικής στήλης. Αν χαθεί αυτή η ανάπτυξη, δεν υπάρχει θεμέλιο πάνω στο οποίο να μπορεί να επιτευχθεί η οστική αναδόμηση.
Ένα πρώτο συμπέρασμα: πρωτεΐνη
Πιστεύω ότι και οι δύο αυτές επεξηγήσεις είναι έστω και μερικώς ορθές, αλλά σήμερα μου φαίνονται ότι απέχουν πολύ από το να χαρακτηριστούν ικανοποιητικές για τη μυστηριώδη μη αναστρεψιμότητα. Νομίζω ότι υπάρχει μια καλύτερη, πιο ολοκληρωμένη, επεξήγηση που μπορεί να εξεταστεί (και να αποδειχθεί ή να καταρριφθεί) και μια ακόμη που, αν αποδειχθεί σωστή, μπορεί να φέρει επανάσταση στην θεραπεία και την πρόληψη της οστεοπόρωσης.
Τα οστά μας δεν αποτελούνται μόνο από ασβέστιο. Είναι κατασκευασμένα, πρωτίστως, από ένα σύνολο πρωτεϊνών εντός του οποίου τα άλατα του ασβεστίου ενσωματώνονται. Μουλιάστε ένα οστό στο οξύ και θα αφαιρέσετε το ασβέστιο. Αλλά αυτό που θα απομείνει εξακολουθεί να μοιάζει με το αρχικό οστό, αλλά είναι ελαστικό πλέον και όχι σκληρό. Πλέον αποτελείται μόνο από πρωτεΐνες και καθόλου μέταλλα.
Το βασικό σημείο είναι ότι, ενώ τα οστά αποτελούν το ντεπόζιτο ασβεστίου για το σώμα, αυτό το ασβέστιο είναι «δεμένο» ως μέρος της δομής, το μεγαλύτερο μέρος της οποίας είναι οι πρωτεΐνες. Όταν το σώμα έχει ανάγκη ασβεστίου αναγκάζεται να κάνει «αναλήψεις» από το σκελετικό «ντεπόζιτο», δεν το επιτυγχάνει αφαιρώντας από το σύμπλεγμα πρωτεϊνών και μετάλλων, αλλά διαλύοντας με τρόπο φυσικό μικροσκοπικές ενότητες οστού, συλλέγοντας το ασβέστιο που εκλύεται κατά τη διαδικασία. Αναπόφευκτα, λοιπόν, το σύμπλεγμα πρωτεϊνών – η δομή – καταστρέφεται μαζί.
Συνδυασμός υψηλής πρόσληψης πρωτεΐνης και ασβεστίου για οστική αναδόμηση
Αν, επομένως, ένας ασθενής που έχει χάσει οστική πυκνότητα, θέλει να επωφεληθεί πλήρως από την υψηλή πρόσληψη ασβεστίου, οφείλει να καταναλώνει και ποσότητα πρωτεΐνης ικανή να επιτρέψει στο σώμα να αναδομήσει τη χαμένη δομή. Διαφορετικά, όλη αυτή η υψηλή πρόσληψη ασβεστίου μπορεί μόνο να αποτρέψει το σώμα από την περαιτέρω φορά των οστών μέχρι του σημείου που θα καλύπτονται οι ανάγκες σε ασβέστιο των άλλων συστημάτων του σώματος και των ιστών. Αυτό είναι θετικό σαν αντιμετώπιση, αλλά δεν είναι αρκετό.
Όπως και να ‘χει αυτή η αυξημένη πρόσληψη ασβεστίου (είτε από τις τροφές, είτε από συμπληρώματα) σε μια προσπάθεια να καλυφθούν οι ανάγκες του σώματος σε ασβέστιο, αποτελεί ζωτικό κομμάτι της καθιερωμένης φροντίδας ασθενών με οστεοπόρωση. Ακόμα και έτσι, όμως, η αποτυχία της διατροφικής αντικατάστασης για την επαναδόμηση των οστών είναι που έδωσε πεδίο λαμπρό στην εισαγωγή φαρμακευτικών αγωγών, κάποιες από τις οποίες μπορούν να οδηγήσουν σε οστική αναδόμηση.
Και η βιταμίνη D στην εξίσωση
Αυτό το πεδίο άρχισε να αλλάζει πριν από μερικά χρόνια όταν μια εμπνευσμένη ερευνήτρια στο Tufts Nutrition Research Center για τη Γηριατρική στη Βοστώνη παρατήρησε ότι η υψηλή πρόσληψη ασβεστίου, στην πραγματικότητα, οδηγούσε στην αύξηση της οστικής πυκνότητας όταν συνδυαζόταν με επίσης υψηλή πρόσληψη πρωτεϊνών. Η Bess Dawson – Hughes έχει δημοσιεύσει στο παρελθόν μια έρευνα με τα αποτελέσματα μια δοκιμής με συνδυαστική πρόσληψη ασβεστίου και βιταμίνης D, που είχε δείξει περισσότερο από 50% μείωση στον κίνδυνο κατάγματος σε δείγμα ηλικιωμένων κατοίκων της Βοστώνης που συμμετείχαν.
Όμως, όπως κι άλλοι πριν από εκείνη, παρατήρησε ότι, παρότι η υψηλή πρόσληψη ασβεστίου μείωνε ή σταματούσε την οστική απώλεια στους συμμετέχοντες στην έρευνά της, τα δύο θρεπτικά συστατικά δεν επέφεραν οστική ανάπτυξη. Δεν την επέφεραν σε όσους κατανάλωναν φυσιολογικές ποσότητες πρωτεΐνης. Ωστόσο, ένα μικρότερο μέρος των ασθενών, που κατανάλωναν υψηλές ποσότητες πρωτεΐνης (πάνω από 1.5 φορά από τη συνιστώμενη ημερήσια δόση – 0.8γρ/κιλό σωματικού βάρους), η αύξηση της οστικής πυκνότητας ήταν έντονη. Μόνο όσοι έτρωγαν υψηλές ποσότητες πρωτεΐνης κέρδισαν αξιόλογες τιμές στην οστική αναδόμηση.
Εύρηκα – πίσω στην έρευνα
Για μένα ήταν μια στιγμή «εύρηκα»! Γιατί δεν το είχαμε σκεφτεί αυτό; Ήταν γνωστό ότι τα οστά αποτελούνται από 50% πρωτεΐνες. Και ήταν γνωστό ότι, καθώς το οστό διαλύεται (όπως με τις ελλείψεις οιστρογόνων ή ασβεστίου), οι πρωτεΐνες του μειώνονται κατά τη διαδικασία. Οπότε, ήταν απολύτως φυσιολογικά ότι, για να αναδομηθούν τα οστά, θα πρέπει κανείς να λάβει νέα πρωτεΐνη μαζί με το ασβέστιο.
Όταν πρωτοάκουσα αυτό το αποτέλεσμα, αμέσως πήγα στο Creighton, στη δική μας βάση δεδομένων για το μεταβολισμό του ασβεστίου στις γυναίκες μέσης ηλικίας και άρχισα να παρατηρώ το συσχετισμό πρόσληψης πρωτεΐνης (που είχαμε μετρήσει και καταγράψει) και μεταβολισμού των οστών. Και ήταν εκεί, όπως και στην έρευνα του Tufts.
Οι δικοί μας ασθενείς που λάμβαναν φυσιολογικές ποσότητες πρωτεΐνης, δεν μπορούσαν να διατηρήσουν την πρόσληψη ασβεστίου, όση ποσότητα κι αν λάμβαναν (δηλ. δεν μπορούσαν να «χτίσουν» οστά). Αντιθέτως, εκείνοι που λάμβαναν υψηλότερες ποσότητες πρωτεΐνης διατηρούσαν το παραπανήσιο ασβέστιο σε ικανοποιητικό βαθμό.
Επομένως, είχαμε δυο διαφορετικές πηγές δεδομένων, δύο διαφορετικές επιστημονικές έρευνες που διερευνούσαν την αλληλεπίδραση ασβεστίου και πρωτεΐνης. Αυτό που, τόσο εμείς, όσο και πιθανότατα οι περισσότεροι κλινικοί διατροφολόγοι, αποτύχαμε να αναγνωρίσουμε νωρίτερα, ήταν ότι η συνιστώμενη ημερήσια ποσότητα πρόσληψης πρωτεΐνης για τους ενήλικες ήταν οριακά ικανή να αποτρέψει τη μυϊκή απώλεια.
Και ήταν αδύνατο να υποστηρίξει την αναδόμηση ιστών. Αλλά, όπως ήδη σημειώθηκε, όταν η έλλειψη ασβεστίου οδηγεί σε απώλεια οστών, η οστική πρωτεΐνη χάνεται επίσης και πρέπει να αντικατασταθεί για να επανακτήσει και το χαμένο οστό.
Δεν αρκούν δυο ανεξάρτητες έρευνες
Αυτή η κοινή εξάρτηση από το ασβέστιο και την πρωτεΐνη παρέχει μια καλή ένδειξη για δύο σημαντικές (και συχνά υποτιμημένες) πηγές διατροφής. Το βασικό είναι ότι τα θρεπτικά συστατικά σχεδόν πάντοτε συνεπιδρούν με άλλα θρεπτικά συστατικά. Το δεύτερο είναι αυτό που o Bruce Amesτου πανεπιστημίου της Καλιφόρνια, στο Berkeley, ονόμασε «τριπλό σύστημα» στη διατροφή.
Το σώμα λειτουργεί έναν τριαδικό μηχανισμό που διαβεβαιώνει ότι οι πιο ζωτικές λειτουργίες του λαμβάνουν τα θρεπτικά συστατικά πρώτες και αφήνουν τους εναπομείναντες ιστούς και συστήματα με ό,τι περισσεύει. Φαίνεται ότι αυτός ο τριαδικός μηχανισμός συμπεριφέρεται με σεβασμό στο ενήλικο σύστημα αναδόμησης των οστών.
Όταν, όμως, έχουμε περιορισμένη πρόσληψη πρωτεΐνης, το σώμα εξασφαλίζει ότι οι πιο ζωτικές λειτουργίες του εξυπηρετούνται πρώτες. Τα οστά, στην πραγματικότητα, λαμβάνουν ό,τι απομένει. Χρειαζόμαστε υψηλή πρόσληψη πρωτεΐνης ακριβώς για να εξασφαλίζουμε ότι κάτι θα απομείνει για τα οστά μας.
Δύο παράλληλες – παρόμοιες έρευνες όπως αυτή της Dawson – Hughes, όσο και η δική μας στο Creighton, ακόμα και αν έχουν ξεκάθαρα αποτελέσματα, δεν μπορούν να θεωρηθούν αρκετές για να αλλάξει η κοινή πολιτική, ειδικά όταν έχουμε να κάνουμε με την πρόσληψη θρεπτικών συστατικών σε επίπεδο γενικών συστάσεων. Οπότε, αν είναι να είμαστε σίγουροι ότι η συνδυαστική συμπληρωματική πρόσληψη ασβεστίου και πρωτεΐνης μπορεί να επιτρέψει την αναδόμηση των οστών, θα πρέπει να διεξάγουμε μία ή περισσότερες κλινικές έρευνες που θα διερευνούν αυτή την υπόθεση.
Ανάγκη για εκτενέστερη έρευνας μεγάλης διάρκειας πάνω στην οστική αναδόμηση
Μια τέτοια δοκιμή θα μπορούσε να περιλαμβάνει μερικές εκατοντάδες γυναίκες στη μετα – εμμηνόπαυση που έχουν ήδη απωλέσει οστική πυκνότητα και των οποίων η πρόσληψη πρωτεΐνης θα κυμαίνεται εντός των ορίων της συνιστώμενης ημερήσιας πρόσληψης, δηλαδή 0.8γρ/κιλό σωματικού βάρους. Όλες θα πρέπει να λάβουν σημαντικές ποσότητες ασβεστίου για να επιτρέψουν τη μέγιστη οστική αναδόμηση.
Θα πρέπει, επίσης, να λάβουν υψηλές ποσότητες βιταμίνης D για να διαβεβαιώσουν τη συγκέντρωση ορού στο 25 (OH)D των 40 ng/ml ή παραπάνω. Έπειτα, στις μισές θα πρέπει να δοθεί πρόγραμμα διατροφής με συμπλήρωμα πρωτεΐνης, που θα ανεβάσει την ημερήσια πρόσληψή τους σε 1.2γρ/κιλό/ημέρα. Η διάρκεια της δοκιμής πρέπει να είναι 3 με 4 χρόνια και στο τέλος της θα πρέπει να αξιολογηθεί η αλλαγή στην οστική πυκνότητα κατά τη διάρκεια της έρευνας.
Το αναμενόμενο αποτέλεσμα θα είναι ότι το γκρουπ με τη χαμηλότερη πρωτεΐνη και την πρόσληψη ασβεστίου και βιταμίνης D δεν θα έχει σημαντικές αλλαγές στην οστική πυκνότητα, ενώ το γκρουπ με την υψηλή πρόσληψη πρωτεΐνης και την παράλληλη πρόσληψη ασβεστίου και βιταμίνης D, θα έχει σημαντική αύξηση οστικής πυκνότητας. Όπως υπογραμμίζεται εδώ, μια τέτοια έρευνα δεν πρέπει να είναι «τυφλή», κυρίως γιατί τα διατροφικά προγράμματα θα είναι σημαντικά διαφορετικά.
Ξεκινώντας σήμερα με προορισμό την οστική αναδόμηση
Ακόμα και αν ξεκινούσε σήμερα μια τέτοια έρευνα, πιθανότατα θα χρειαζόταν πέντε χρόνια προτού τα αποτελέσματά της να είναι ξεκάθαρα για να οδηγήσουν σε ενέργειες για αλλαγή των συστάσεων και επιρροή στις ατομικές διατροφικές συμπεριφορές. Τι πρέπει να κάνουμε εν τω μεταξύ;
Αυτό είναι θέμα ατομικής απόφασης, αλλά είναι βοηθητικό να ξέρουμε ότι η υψηλή πρόσληψη πρωτεΐνης είναι ασφαλής. Η βασική αρνητική της παρενέργεια είναι στο… πορτοφόλι και όχι στο σώμα (καθώς τα τρόφιμα που είναι πλούσια σε πρωτεΐνες έχουν την τάση να κοστίζουν περισσότερο από τα τρόφιμα που είναι πλούσια σε πρόσθετα ζάκχαρα, για παράδειγμα, ή άλλου τύπου άδειες θερμίδες).
Για μένα η απόφαση είναι εύκολη: θα επέλεγα την αυξημένη πρόσληψη πρωτεΐνης χωρίς δεύτερη σκέψη (οπωσδήποτε με την παράλληλη πρόσληψη ασβεστίου και βιταμίνης D). Παράλληλα, θα σημείωνα ότι υπάρχει μια κατηγορία τροφίμων που είναι ταυτόχρονα πλούσια σε πρωτεΐνη και ασβέστιο: τα γαλακτοκομικά. Επιπροσθέτως, αν επιλέξουμε το γάλα, τα κόστη είναι χαμηλότερα από το μέσο κόστος κάθε άλλου τροφίμου στο καλάθι μας.
Μια επιτυχημένη έρευνα και οι συνέπειες της
Ακόμα και αν η έρευνα κατέληγε επιτυχής, θα ήμασταν αφελείς αν πιστεύαμε ότι βρέθηκε η οριστική λύση. Αναλογιστείτε ότι η φαρμακοβιομηχανία ξεκίνησε να ασχολείται με το συγκεκριμένο θέμα μόλις 25 χρόνια νωρίτερα όταν διαφάνηκε ότι η διατροφικές λύσεις δεν ανταποκρίνονταν στην πρόκληση για οστική αναδόμηση.
Αν αυτή η υπόθεση που σχετίζεται με την πρόσληψη πρωτεΐνης είναι ορθή, τότε πιθανότατα η σωστή διατροφή να είναι πολύ καλύτερη μορφή πρόληψης από οποιοδήποτε φαρμακευτικό σκεύασμα. Όπως και να ‘χει, υποπτεύομαι ότι η φαρμακοβιομηχανία δεν θα αποχωρήσει από το πεδίο καθώς μόλις μπήκε σε αυτό.
Και οι φαρμακοβιομηχανίες;
Για να είμαι δίκαιος, η αντίσταση από τις φαρμακοβιομηχανίες δεν θα αποτελέσει έκπληξη. Έχουν επενδύσει δισεκατομμύρια δολαρίων για να μας βοηθήσουν να λύσουμε σημαντικά προβλήματα υγείας για τον πληθυσμό. Φυσιολογικά, εκείνες (και τα ασφαλιστικά μας ταμεία που είναι οι μέτοχοί τους) θέλουν να προστατέψουν την επένδυσή τους. Παρόλα αυτά, αν η διατροφή από μόνη της μπορεί να καταφέρει όσα θέλουμε, ελάχιστοι θα διαλέξουν στη θέση της μία δια βίου φαρμακευτική αγωγή με χάπια ή ενέσεις.
Άσκηση και οστική αναδόμηση
Αυτό το άρθρο θα ήταν ημιτελές αν δεν εφιστούσα την προσοχή σας στο γεγονός ότι η οστική δομή και πυκνότητα είναι σχεδιασμένη από τη φύση να αντιστέκεται στα μηχανικά φορτία για να επιτρέπει στον άνθρωπο τη φυσική εργασία. Η απουσία συνεχόμενου μηχανικού φορτίου δεν υποκαθίσταται από κανένα διατροφικό πλάνο και δεν θα επιτρέψει σε έναν ηλικιωμένο να διατηρήσει την οστική πυκνότητα που είχε όταν ήταν νέος.
Οπότε, ναι, το ασβέστιο είναι σημαντικό. Ναι, η πρωτεΐνη είναι σημαντική. Αλλά η φυσική εργασία είναι σημαντική επίσης. Πόσο ασβέστιο; 1500–1800 mg/day. Πόση πρωτεΐνη; τουλάχιστον 1.2 γρ/κιλό/σωματικό βάρος/ημέρα. Πόση άσκηση; πιθανότατα όση καρδιοαναπνευστική άσκηση συνίσταται με ιδιαίτερη έμφαση στην δύναμη κρούσης, όπως το σκοινάκι. Παρατηρείστε τα νήπια. Δείτε τις δυνάμεις κρούσης που εφαρμόζουν στα οστά τους. Με αυτό τον τρόπο μεγαλώνουν το σκελετικό τους σύστημα.
Επιμέλεια: η ομάδα της OsteoStrong Greece.
Πρώτη δημοσίευση εδώ